Don Quixote

Don Quixote

21.2.14

Είπαν-Κανένα δάκρυ για αυτούς που φεύγουν

Από costinho.tumblr.com
δεν στεναχωριόμαστε λοιπόν για εκείνους που φεύγουν, δεν είναι εκείνοι που πενθούμε.
τη μοναξιά που μεγαλώνει κλαίμε, αυτό που μένει πίσω. το να λιγοστεύουν δίπλα σου τα χρήσιμα και τα μεγάλα. και έτσι, να πληθαίνει ο θόρυβος. να αδειάζει ο κόσμος γύρω σου, να μην αναγνωρίζεις τα πρόσωπα, να μη σου λένε τίποτα. και το ζωντανό, ζωντανό να μη φαίνεται. δεν κλαίμε για τους άλλους, για μας τους ίδιους κλαίμε. το’λεγε ο Λουίτζι στη νεκρή μητέρα του: κλαίω γιατί πλέον εσύ δεν θα μπορείς να με σκέφτεσαι, γιατί δεν θα υπάρχω για σένα. έτσι κι εμείς, δεν θα μπορούμε να είμαστε ποτέ ξανά το κοινό σου ηθοποιέ, δεν θα μας κάνεις να γελάσουμε, δεν θα υπάρχουμε για σένα. κάπως έτσι ορίζεται σιγά σιγά η ανυπαρξία, κάπως έτσι υπάρχουμε πια μόνο μπροστά σε καθρέφτες. και πάλι καλά να λες που πρόλαβε εκείνος ο ποιητής να μας μάθει πως “ό,τι δεν αγαπάει το θάνατο: ο κινηματογράφος”. 
θέλω να πω ότι οι άνθρωποι που μας κάνουν να γελάμε είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. τους οφείλουμε μόνο. μέσα στα τόσα χρέη μας, ας έχουμε κι αυτό κι ας το θυμόμαστε που και που. και να γίνεται γέλιο πάλι.
[και καμιά φορά, μαζί με τα κούφια λόγια μας -όλα τα λόγια μας είναι κούφια, τα προσπερνάει στο αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο η πραγματικότητα· το λέει κι ο Βακαλόπουλος- εκείνες οι εικόνες που ίσως τυχαία επιλέγουμε να τα συμπληρώσουν, τυχαία πάλι και ερήμην τους, ξέρουν να περικλείουν τα πράγματα και το νόημα όλο. last discussion.]

14.2.14

Για την 14η Φλεβάρη...

Δυο άγγελοι περιπλανιούνται στο Βερολίνο δίχως να είναι ορατοί από τους ανθρώπους, και προσπαθούν να εξαφανίσουν την μελαγχολία και την απόγνωση που υπάρχει στην πόλη.
Αυτό που κρατάμε στα Φτερά του Έρωτα είναι η πρόκληση να βιώσουμε μέσα από τις αισθήσεις μας, να ανατρέψουμε τη λογική που απαιτεί την καθυπόταξη του σώματος έναντι του πνεύματος. Ο άγγελος, απορρίπτοντας την πουριτανική χριστιανική ηθική, απαρνιέται την τελειότητα και την αγιοσύνη του για χάρη του αίματος που κυλά στις φλέβες μας και μας θολώνει, και μας μεθάει.
Επιλέγει, έναντι της εξωτερικής παρατήρησης την ενεργό συμμετοχή και την δημιουργία της ζωής του. Ερωτεύεται μια ακροβάτισσα, που σχοινοβατεί κάπου μεταξύ ουρανού και γης, μετέωρη ανάμεσα στα σύννεφα και στο χώμα. Και πλέον τα όποια φτερά τυχόν αποκτήσει, θα τα αποκτήσει μόνος του, μέσα από την επαφή του με τους ανθρώπους και τον υλικό κόσμο και μέσα από μια, πολλές φορές ίσως επίπονη, συνεχή προσπάθεια αυτοβελτίωσης.
Τον άγγελο οι θνητοί δεν τον βλέπουν, μένοντας προσκολλημένοι στην γήινη και περιορισμένη δική τους πραγματικότητα.
Η ταινία είναι μια ιστορία αγάπης που δίνεται με έναν ποιητικό τρόπο καθώς ο σκηνοθέτης επιχειρεί μια επιστροφή στην αθωότητα και την προσέγγιση του έρωτα από αυτήν την σκοπιά. Xωρις όμως να περιορίζεται εκεί. Ο έρωτας εδώ είναι το όχημα για την σωτηρία της ψυχής, το μόνο μη σίγουρο όχημα. Αλλά όπως και να χει αξίζει κανείς να ρισκάρει γιατί (και εδώ θα δανειστούμε τη μούσα κάποιου άλλου) η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Σε αυτή την ταινία ο Βέντερς αποκαλύπτει μια ιδιαίτερη πτυχή του Βερολίνου και των κατοίκων του, καταγράφοντάς το μ’ έναν ιδιαίτερο φωτογραφικό τρόπο. Η μουσική επένδυση συμβάλλει ακόμη περισσότερο στην ανάδειξη αυτής της πλευράς.

Αυτό γράφαμε κάποια στιγμή σαν κινηματογραφικό τμήμα των ΠΟΦΠΠ. Το 2009. Στην αρχή της κρίσης. Τότε που αρχίζαμε να καταλαβαίνουμε την υφή της. Τότε που δεν ξέραμε πως είμαστε η γενιά της πτώσης. Μαζί με το παραμυθάκι του υπαρκτού, πέσανε πολλά πράγματα. Πέσανε οι μάσκες και τα άμφια του δυτικού κόσμου. Πέσανε οι ηθικές αναστολές, ένθεν και ένθεν. Πέσανε και πολλοί, θύματα του τέλους του παραμυθιού και των εκκαθαρίσεων των νικητών. Βλέπεις, μόνο πτώσεις, οποιαδήποτε άνοδος ήταν πλασματική, ψεύτικη, χάρτινη, εύκολη στο να καταρρεύσει.

 Προπαντός όμως, κατ-έπεσε αυτό που λέμε "άνθρωπος". Από την εξύψωση του έρωτα, τη νίκη του πνεύματος απέναντι στο σώμα, με όχημα το ίδιο το σώμα και την αποδοχή της φθοράς μας, βρεθήκαμε στα γόνατα πασχίζοντας να σηκωθούμε προσπαθώντας να αποδεχτούμε πως είμαστε ζώα. Πως έχουμε ζωή. Πως μέσα από τα αγωνιώδη γαμήσια-κραυγές αγωνίας του Τριερ στο nymphomaniac θα μπορέσουμε να σταθούμε ξανά στα πόδια μας, να κάνουμε την επανάσταση. Μια επανάσταση με τελείως διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά  από κείνα της επανάστασης του Βέντερς, της κόντρας με το Θεό και της επικράτησης. Από την κορυφή, ξανά στο κεφαλόσκαλο...στην αναρρίχηση...

12.2.14

11.2.14

Για τις εξεγέρσεις του μέλλοντος


Θα ήθελα να το είχα σκεφτεί νωρίτερα. Μια συλλογή από ρολόγια που να τα σπάω στις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου, κρυμμένα σε ένα συρτάρι, να βγαίνουν έξω στα δύσκολα και να μου δίνουν κουράγιο. Να μου θυμίζουν τις νίκες μας. Να μου θυμίζουν πως και στις ήττες φεύγαμε ζωντανοί, άρα νικητές, να μου θυμίζουν να ελπίζω, να μην κάνω μνημόσυνα, να μη στήνω σύγχρονες Βάρκιζες, να μη μετράω αυτούς που φεύγουν, να τους «φυλακίζω» στο εκεί και να τους τραβάω, άσους στο μανίκι θαρρείς για κείνες τις νύχτες που δεν περνάνε με τίποτα και για κείνα τα απογεύματα που θυμίζουν Δευτέρες. Για να θυμάμαι τους μελλοντικούς αγώνες, τις μελλοντικές νίκες, να τις κοιτάζω με βλέμμα καθαρό, να λαχταρώ τα επόμενα. Να μπορώ να κοιτάξω μπροστά, να κοιτάζω.

Πόσοι Ξηροί για έναν Θεοφίλου;

Πόσοι Θεοφίλου είναι ένας Ξηρός και το ανάποδο. Ο Θεοφίλου είμαι εγώ, είσαι εσύ, το παιδί σου, ή το παιδί της γειτόνισσας. Ο Θεοφίλου δήλωσε και είναι ελευθεριακός κομμουνιστής. Ο Θεοφίλου συμμετείχε σε καταλήψεις, σε συνελεύσεις, στο φτιάξιμο πάρκων, σε συγκρούσεις. Δεν άνηκε σε κάποια συλλογικότητα, ήταν εκεί και έδινε τον αγώνα του. Ο Θεοφίλου είχε την τύχη (και την ατυχία προφανώς) να είναι φίλος του Σακκά. Το καπέλο του Θεοφίλου βρέθηκε στην Πάρο, στη συμπλοκή με το νεκρό ταξιτζή. Ο ίδιος ο Θεοφίλου δε ξέρουμε που ήταν εκείνη τη στιγμή. Δε μάθαμε ποτέ. Οι μάρτυρες δεν ήξεραν, ο ίδιος δεν είχε άλλοθι, βίντεο δεν υπήρξε, κανείς δεν αναγνώρισε κανέναν, αλλά τι σημασία έχει; Ήταν εκεί το καπέλο του. Ένοχος λόγω αμφιβολιών, μια πρόταση που φαίνεται πως ηχεί φυσιολογικά στους κατοίκους αυτής της χώρας/χρόνου- προϊόντος κάποιου δυστοπικού μυθιστορήματος το δίχως άλλο, βγαλμένη από κάποιο σκοτεινό οργουελικό ή χαξλεηκό (που λέμε και στο χωριό μου) μυαλό, στη χείριστη εκδοχή του. Ο Θεοφίλου πάλεψε να αποδείξει πως δεν ανήκει στους Πυρήνες της φωτιάς και παρότι το κατάφερε, το αστικό κράτος τον κλώτσησε στα @@ και μετά του φόρεσε 25 χρονάκια στο σβέρκο. Ο Ξηρός γλεντούσε με τους πυρήνες. Η απολογία του Θεοφίλου είναι ένα πολιτικό διαμάντι, η απολογία του Ξηρού έχει επίπεδο απότοκο της εποχής που ζούμε. Ο ένας 25 χρόνια μέσα, ο άλλος (καλώς μιας και η ανάγκη για ελευθερία θα έπρεπε να είναι η μεγαλύτερη των αναγκών), έξω.


Γιατί συγκρίνω 2 ανθρώπους τους οποίους το σύστημα τσαλαπάτησε μέχρι παραμόρφωσης (εσωτερικής και εξωτερικής); Για μας, ζυγίστε τους 2, ζυγίστε τις αντιδράσεις μας (όχι των καναλιών, όχι της κοινής γνώμης, τις δικές μας), δείτε αν κάτι πάει ξέρω γω λάθος, γιατί εμένα μου φαίνεται πως πάει πολύ…

ΥΓ: "Ανακοινώνεται οτι ο Κωνσταντίνος Σακκάς δεν εμφανίστηκε, ως όφειλε, χθες στο 10/02 έως τις 24:00 στο ΑΤ Καμινίων, παραβιάζοντας έτσι τους περιοριστικούς όρους που του είχαν τεθεί."

ΥΓ2: Ο Σακκάς δείχνει την ίδια συνέπεια που έδειξε απέναντί του το ελληνικό κράτος, αυτός δεν ήταν και ο σκοπός του σωφρονισμού του άλλωστε;

9.2.14

μικρή αναφορά στους Τάσους Θεοφίλου όλου του κόσμου- Είπαν

σήμερα στο εδώλιο ήταν ο Τάσος Θεοφίλου. και ο γιος μου. και οι φίλοι του. και οι φίλοι μου. και οι γιοί και οι κόρες και οι φίλοι του κόσμου ολόκληρου.
έχεις βρεθεί ποτέ σε αίθουσα δικαστηρίου που το ταβάνι ακριβώς πάνω από το κεφάλι του κατηγορούμενου μοιάζει με γκιλοτίνα; / έχεις δει ποτέ το βλέμμα των μπάτσων της αντιτρομοκρατικής μέσα από την κουκούλα τους; / έχεις ακούσει με τα αυτιά σου δικαστές εισαγγελείς και δικηγόρους να παζαρεύουν τα χρόνια που θα ακρωτηριάσουν από την ζωή ενός ανθρώπου; / έχεις δει δικαστή την ώρα που μετράει χρόνια να γελάει κυνικά;
ζεις στην χώρα που τη λέξη «απόδειξη» την έχουν ξεδοντιάσει.
ζεις στην χώρα που εν δυνάμει είσαι ένοχος για όλα.
ζεις στην χώρα που για να επιβιώσεις συναλλάσσεσαι με το παράλογο/με την παρωδία/με την αδικία.
ζεις στην χώρα που ο πρότερος έντιμος βίος είναι τα ένσημα που έχεις μαζέψει.
ζεις στην χώρα που στο τέλος της δίκης η μητέρα ενός άδικα καταδικασμένου εκφράζει τον φόβο που είχε και χάνεις την γη κάτω από τα πόδια σου: φοβόταν πως αν ο Τάσος αθωωνόταν θα κινδύνευε από τους φασίστες.
δίπλα μου το κορίτσι του Τάσου είχε μεταμορφωθεί ολόκληρο σε μια καρδιά. σε έναν γρήγορο παλμό. “δεν με άφησαν να τον αγκαλιάσω” είπε έξω από την αίθουσα. τόσο απλά. μια αγκαλιά. μα πως να σεβαστούν μια αγκαλιά; ένα σύστημα που η μονάδα μέτρησης της ευτυχίας είναι η δυστυχία του άλλου. πως;
(γιε μου σε αγαπώ πολύ για να μην δώσω μέχρι και το τελευταίο κομμάτι της ύπαρξης μου στον αγώνα για να γίνει ο κόσμος φωτεινός, καλύτερος και δίκαιος.
γιατί μικρέ, η μάνα του Τάσου όταν τελείωσε η δίκη τον είδε να της χαμογελάει και να της κλείνει το μάτι και χαμογέλασε και αυτή. αλλά φοβάμαι ότι εγώ δεν την έχω αυτή την δύναμη. μου έχουν τελειώσει τα χαμόγελα. και μονάχα η νίκη μπορεί να τα γεννήσει)

3.2.14

Φ.Σ.Χοφμαν

Δεν θα πω πόσο μεγάλος ηθοποιός ήσουν, δεν θα πω πως βρισκόσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στις αγαπημένες μου ταινίες, εικόνες, διηγήσεις. Ούτε θα πω πως έφυγες νωρίς ή αργά, ποιος είμαι εγώ να κρίνω το χρόνο, δεν έχω κανένα δικαίωμα. Αυτό που θα πω, είναι πως όλοι εσείς για τους οποίους έχω στάξει ένα δάκρυ, γίνεστε πολλοί και τα δάκρυα γεμίζουν κουβά.Και ξέρεις ε, ζούμε σε εποχή που τα κενά δε γεμίζουν εύκολα. Καλό ταξίδι.


*Κοίταξα έξω, χάθηκε ακόμα λίγο φως.